Λεξιλόγιο
Μάθετε Επίθετα – Δανικά

dum
den dumme tale
ανόητος
το ανόητο λόγια

sen
det sene arbejde
αργά
η αργή δουλειά

ren
ren vasketøj
καθαρός
καθαρά ρούχα

frygtsom
en frygtsom mand
φοβισμένος
ένας φοβισμένος άνδρας

vred
den vrede betjent
θυμωμένος
ο θυμωμένος αστυνομικός

juridisk
et juridisk problem
νομικός
ένα νομικό πρόβλημα

ung
den unge bokser
νέος
ο νέος μποξέρ

voldsom
det voldsomme jordskælv
έντονος
το έντονο σεισμός

smuk
en smuk kjole
πανέμορφος
ένα πανέμορφο φόρεμα

ubesværet
den ubesværede cykelsti
άνετος
ο άνετος ποδηλατόδρομος

syg
den syge kvinde
άρρωστος
η άρρωστη γυναίκα
