Λεξιλόγιο
Μάθετε Επίθετα – Κουρδικά (Κουρμαντζί)

vala
dîmendera vala
άδειος
η άδεια οθόνη

delal
jinekî delal
τρελός
μια τρελή γυναίκα

berfireh
xwarineke berfireh
γενναιόδωρος
ένα γενναιόδωρο γεύμα

eşkere
xelata eşkere
σαφής
τα σαφή γυαλιά

felsîtî
kesê felsîtî
χρεωκοπημένος
το χρεωκοπημένο άτομο

zewicî
çifta ku newê zewicî ne
παντρεμένος
το πρόσφατα παντρεμένο ζευγάρι

şexsî
pêşwazîya şexsî
προσωπικός
ο προσωπικός χαιρετισμός

populer
konsera populer
δημοφιλής
ένα δημοφιλές συναυλία

tevahî
malbata tevahî
πλήρης
η πλήρης οικογένεια

hêsan
şîrîna hêsan
απλός
το απλό ποτό

nexwendî
nivîsa nexwendî
αδιάβαστος
το αδιάβαστο κείμενο
