Λεξιλόγιο
Μάθετε Επίθετα – Πορτογαλικά (BR)

temporário
o tempo de estacionamento temporário
προσωρινός
ο προσωρινός χρόνος στάθμευσης

disponível
a energia eólica disponível
διαθέσιμος
η διαθέσιμη αιολική ενέργεια

silencioso
as meninas silenciosas
σιωπηλός
τα σιωπηλά κορίτσια

estúpido
uma mulher estúpida
χαζός
μια χαζή γυναίκα

surpreso
o visitante surpreso da selva
έκπληκτος
ο έκπληκτος επισκέπτης της ζούγκλας

salgadas
amendoins salgados
αλατισμένος
αλατισμένα φιστίκια

pouco
pouca comida
λίγο
λίγο φαγητό

evangélico
o padre evangélico
ευαγγελικός
ο ευαγγελικός ιερέας

incrível
a vista incrível
υπέροχος
το υπέροχο θέαμα

restante
a neve restante
υπόλοιπος
το υπόλοιπο χιόνι

enorme
o dinossauro enorme
τεράστιος
ο τεράστιος δεινόσαυρος
