Λεξιλόγιο
Μάθετε Επίθετα – Ταϊλανδεζικά

สะอาด
เสื้อผ้าที่สะอาด
s̄axād
s̄eụ̄̂xp̄ĥā thī̀ s̄axād
καθαρός
καθαρά ρούχα

สีชมพู
การตกแต่งห้องสีชมพู
s̄īchmphū
kār tktæ̀ng h̄̂xng s̄īchmphū
ροζ
μια ροζ διακόσμηση δωματίου

ที่เหลืออยู่
หิมะที่เหลืออยู่
thī̀ h̄elụ̄x xyū̀
h̄ima thī̀ h̄elụ̄x xyū̀
υπόλοιπος
το υπόλοιπο χιόνι

ทอง
สถานปฏิบัติธรรมสีทอง
thxng
s̄t̄hān pt̩ibạtiṭhrrm s̄ī thxng
χρυσός
η χρυσή παγόδα

ญาติ
สัญลักษณ์ของมือที่เป็นญาติ
ỵāti
s̄ạỵlạks̄ʹṇ̒ k̄hxng mụ̄x thī̀ pĕn ỵāti
συγγενής
τα συγγενή χειρονομίες

แปลก
ภาพที่แปลก
pælk
p̣hāph thī̀ pælk
περίεργος
το περίεργο εικόνα

สวยงาม
น้ำตกที่สวยงาม
s̄wyngām
n̂ảtk thī̀ s̄wyngām
υπέροχος
ένα υπέροχος καταρράκτης

สวยงามมาก
เดรสที่สวยงามมาก
s̄wyngām māk
de rs̄ thī̀ s̄wyngām māk
πανέμορφος
ένα πανέμορφο φόρεμα

ไม่มีพลัง
ชายที่ไม่มีพลัง
mị̀mī phlạng
chāy thī̀ mị̀mī phlạng
άνευ δυνάμεων
ο άνδρας χωρίς δυνάμεις

ปัจจุบัน
อุณหภูมิปัจจุบัน
pạccubạn
xuṇh̄p̣hūmi pạccubạn
επίκαιρος
η επίκαιρη θερμοκρασία

มีจำหน่าย
ยาที่มีจำหน่าย
mī cảh̄ǹāy
yā thī̀ mī cảh̄ǹāy
διαθέσιμος
το διαθέσιμο φάρμακο
