Λεξιλόγιο
Μάθετε Επίθετα – Ταϊλανδεζικά

แห้ง
เสื้อผ้าที่แห้ง
h̄æ̂ng
s̄eụ̄̂xp̄ĥā thī̀ h̄æ̂ng
ξηρός
τα ξηρά ρούχα

น่ากลัว
รูปทรงที่น่ากลัว
ǹā klạw
rūp thrng thī̀ ǹā klạw
τρομακτικός
μια τρομακτική φαντασματική εμφάνιση

ไม่มีพลัง
ชายที่ไม่มีพลัง
mị̀mī phlạng
chāy thī̀ mị̀mī phlạng
άνευ δυνάμεων
ο άνδρας χωρίς δυνάμεις

แนวนอน
เส้นแนวนอน
næw nxn
s̄ên næw nxn
οριζόντιος
η οριζόντια γραμμή

เปิด
กล่องที่ถูกเปิด
peid
kl̀xng thī̀ t̄hūk peid
ανοιχτός
το ανοιχτό κιβώτιο

ไม่มีที่สิ้นสุด
ถนนที่ไม่มีที่สิ้นสุด
mị̀mī thī̀ s̄îns̄ud
t̄hnn thī̀ mị̀mī thī̀ s̄îns̄ud
ατελείωτος
ο ατελείωτος δρόμος

ฉลาด
สาวที่ฉลาด
c̄hlād
s̄āw thī̀ c̄hlād
έξυπνος
το έξυπνο κορίτσι

ก่อนหน้า
คู่แต่งงานก่อนหน้า
k̀xn h̄n̂ā
khū̀ tæ̀ngngān k̀xn h̄n̂ā
προηγούμενος
ο προηγούμενος σύντροφος

ด้านหน้า
แถวด้านหน้า
d̂ānh̄n̂ā
t̄hæw d̂ānh̄n̂ā
μπροστινός
η μπροστινή σειρά

มีความสามารถ
วิศวกรที่มีความสามารถ
mī khwām s̄āmārt̄h
wiṣ̄wkr thī̀ mī khwām s̄āmārt̄h
ικανός
ο ικανός μηχανικός

ออนไลน์
การเชื่อมต่อออนไลน์
xxnlịn̒
kār cheụ̄̀xm t̀x xxnlịn̒
διαδικτυακός
η διαδικτυακή σύνδεση
