Λεξιλόγιο
Μάθετε Επίθετα – Τουρκικά

süresiz
süresiz depolama
αόριστος
η αόριστη αποθήκευση

çirkin
çirkin boksiyör
άσχημος
ο άσχημος μποξέρ

sarhoş
sarhoş bir adam
μεθυσμένος
ένας μεθυσμένος άνδρας

uzak
uzak ev
απομακρυσμένος
το απομακρυσμένο σπίτι

bağımlı
ilaç bağımlısı hastalar
εξαρτημένος
ασθενείς εξαρτημένοι από φάρμακα

kişisel
kişisel bir selamlama
προσωπικός
ο προσωπικός χαιρετισμός

benzer
iki benzer kadın
παρόμοιος
δύο παρόμοιες γυναίκες

insani
insanı bir tepki
ανθρώπινος
μια ανθρώπινη αντίδραση

kötü
kötü iş arkadaşı
κακός
ο κακός συνάδελφος

hasta
hasta bir kadın
άρρωστος
η άρρωστη γυναίκα

tek
tek ağaç
μεμονωμένος
το μεμονωμένο δέντρο
