Λεξιλόγιο
Μάθετε τα επιρρήματα – Ουγγρικά

valahol
Egy nyúl valahol elbújt.
κάπου
Ένας λαγός έχει κρυφτεί κάπου.

mindenütt
Műanyag mindenütt van.
παντού
Το πλαστικό είναι παντού.

nagyon
A gyerek nagyon éhes.
πολύ
Το παιδί είναι πολύ πεινασμένο.

előtt
Ő előtte kövérebb volt, mint most.
πριν
Ήταν πιο χοντρή πριν από τώρα.

sehova
Ezek a nyomok sehova sem vezetnek.
πουθενά
Αυτά τα ράγια οδηγούν πουθενά.

rajta
Felmászik a tetőre és rajta ül.
πάνω
Ανεβαίνει στη στέγη και κάθεται πάνω.

haza
A katona haza akar menni a családjához.
σπίτι
Ο στρατιώτης θέλει να γυρίσει σπίτι στην οικογένειά του.

kint
Ma kint eszünk.
έξω
Τρώμε έξω σήμερα.

már
A ház már eladva.
ήδη
Το σπίτι έχει ήδη πουληθεί.

is
A kutya is az asztalnál ülhet.
επίσης
Ο σκύλος επίσης επιτρέπεται να καθίσει στο τραπέζι.

egészen
Ő egészen karcsú.
αρκετά
Είναι αρκετά αδύνατη.
