Λεξιλόγιο
Μάθετε Ρήματα – Καταλανικά

comprovar
Ell comprova qui hi viu.
ελέγχω
Ελέγχει ποιος ζει εκεί.

baixar
Ell baixa els esglaons.
κατεβαίνω
Κατεβαίνει τα σκαλιά.

acompanyar
La meva nòvia li agrada acompanyar-me quan vaig de compres.
συνοδεύω
Η φίλη μου μ‘ αρέσει να με συνοδεύει όταν ψωνίζω.

treure
Com pensa treure aquest peix tan gran?
αποσύρω
Πώς πρόκειται να αποσύρει αυτό το μεγάλο ψάρι;

barrejar
El pintor barreja els colors.
ανακατεύω
Ο ζωγράφος ανακατεύει τα χρώματα.

llençar
Ell trepitja una pell de plàtan llençada al terra.
πετάω
Πατάει σε μια μπανάνα που έχει πεταχτεί.

aturar
La policia atura el cotxe.
σταματώ
Η αστυνομικός σταματά το αυτοκίνητο.

danyar
Dos cotxes van ser danyats en l’accident.
υποστρέφω
Δύο αυτοκίνητα υπέστησαν ζημιές στο ατύχημα.

entrar
El vaixell està entrant al port.
μπαίνω
Το πλοίο μπαίνει στο λιμάνι.

recórrer
He recorregut molt el món.
ταξιδεύω
Έχω ταξιδέψει πολύ γύρω από τον κόσμο.

mirar
Ella mira a través de uns prismàtics.
κοιτώ
Κοιτάει μέσα από κιάλια.
