Λεξιλόγιο
Μάθετε Ρήματα – Αγγλικά (US)

accompany
My girlfriend likes to accompany me while shopping.
συνοδεύω
Η φίλη μου μ‘ αρέσει να με συνοδεύει όταν ψωνίζω.

have breakfast
We prefer to have breakfast in bed.
πρωινιάζω
Προτιμούμε να πρωινιάζουμε στο κρεβάτι.

lie
Sometimes one has to lie in an emergency situation.
λέω
Μερικές φορές πρέπει να λες ψέματα σε μια έκτακτη κατάσταση.

enter
Please enter the code now.
εισάγω
Παρακαλώ εισάγετε τον κωδικό τώρα.

consume
She consumes a piece of cake.
καταναλώνω
Καταναλώνει ένα κομμάτι τούρτας.

pay attention to
One must pay attention to traffic signs.
προσέχω
Πρέπει να προσέχεις τις κυκλοφοριακές πινακίδες.

return
The teacher returns the essays to the students.
επιστρέφω
Η δασκάλα επιστρέφει τις εκθέσεις στους μαθητές.

find again
I couldn’t find my passport after moving.
βρίσκω ξανά
Δεν μπόρεσα να βρω το διαβατήριό μου μετά τη μετακόμιση.

explain
Grandpa explains the world to his grandson.
εξηγώ
Ο παππούς εξηγεί τον κόσμο στον εγγονό του.

cut down
The worker cuts down the tree.
κόβω
Ο εργάτης κόβει το δέντρο.

have at disposal
Children only have pocket money at their disposal.
έχω στη διάθεση
Τα παιδιά έχουν μόνο το χαρτζιλίκι στη διάθεσή τους.
