Λεξιλόγιο
Βεγγαλική – Ρήματα Άσκηση

οδηγώ
Οι καουμπόηδες οδηγούν τα βοοειδή με άλογα.

φροντίζω
Ο γιος μας φροντίζει πολύ καλά το νέο του αυτοκίνητο.

σηκώνομαι
Δεν μπορεί πλέον να σηκωθεί μόνη της.

αφήνω
Κανείς δεν θέλει να τον αφήσει να προχωρήσει μπροστά στο ταμείο του σούπερ μάρκετ.

υποχωρώ
Πολλά παλιά σπίτια πρέπει να υποχωρήσουν για τα καινούργια.

επιστρέφω
Ο πατέρας έχει επιστρέψει από τον πόλεμο.

αρέσω
Της αρέσει περισσότερο τη σοκολάτα από τα λαχανικά.

τελειώνω
Η κόρη μας μόλις τελείωσε το πανεπιστήμιο.

απαντώ
Ο μαθητής απαντά στην ερώτηση.

συζητώ
Συζητούν τα σχέδιά τους.

μεταφέρω
Το φορτηγό μεταφέρει τα αγαθά.
