Λεξιλόγιο
Δανικά – Ρήματα Άσκηση

εξερευνώ
Οι αστροναύτες θέλουν να εξερευνήσουν το διάστημα.

μεταφράζω
Μπορεί να μεταφράσει ανάμεσα σε έξι γλώσσες.

πετάω
Πατάει σε μια μπανάνα που έχει πεταχτεί.

καίγομαι
Η φωτιά θα καεί πολύ στο δάσος.

δουλεύω σε
Πρέπει να δουλέψει σε όλα αυτά τα αρχεία.

έρχομαι εύκολα
Το σέρφινγκ του έρχεται εύκολα.

δείχνω
Δείχνει την τελευταία μόδα.

απαιτώ
Απαιτούσε αποζημίωση από το άτομο με το οποίο είχε το ατύχημα.

αφήνω στάσιμο
Σήμερα πολλοί πρέπει να αφήσουν τα αυτοκίνητά τους στάσιμα.

ακυρώνω
Το συμβόλαιο έχει ακυρωθεί.

πουλάω
Οι εμπόροι πουλούν πολλά εμπορεύματα.
