Λεξιλόγιο
Αρμενικα – Ρήματα Άσκηση

κουβεντιάζω
Οι μαθητές δεν πρέπει να κουβεντιάζουν κατά τη διάρκεια του μαθήματος.

επιδεικνύω
Του αρέσει να επιδεικνύει τα χρήματά του.

φοβάμαι
Το παιδί φοβάται στο σκοτάδι.

μισώ
Τα δύο αγόρια μισούν τον έναν τον άλλο.

κοιμάμαι
Θέλουν επιτέλους να κοιμηθούν για μία νύχτα.

έχω στη διάθεση
Τα παιδιά έχουν μόνο το χαρτζιλίκι στη διάθεσή τους.

αγνοώ
Το παιδί αγνοεί τα λόγια της μητέρας του.

παίρνω πίσω
Η συσκευή είναι ελαττωματική, ο λιανοπωλητής πρέπει να την πάρει πίσω.

καταλαβαίνω
Δεν μπορεί κανείς να καταλάβει τα πάντα για τους υπολογιστές.

κολλάω
Κόλλησε σε ένα σκοινί.

περνάω
Η μεσαιωνική περίοδος έχει περάσει.
