Λεξιλόγιο
Λετονικά – Ρήματα Άσκηση

θέλω να βγω
Το παιδί θέλει να βγει έξω.

κόβω
Η κομμώτρια της κόβει τα μαλλιά.

αφήνω άφωνο
Η έκπληξη την αφήνει άφωνη.

καταστρέφω
Ο συνεφοστρόμβος καταστρέφει πολλά σπίτια.

προσκαλώ
Ο δάσκαλος προσκαλεί τον μαθητή.

αναχωρώ
Οι διακοπές μας αναχώρησαν χθες.

εκπαιδεύω
Οι επαγγελματίες αθλητές πρέπει να εκπαιδεύονται κάθε μέρα.

εισάγω
Πολλά αγαθά εισάγονται από άλλες χώρες.

παίρνω το λόγο
Όποιος ξέρει κάτι μπορεί να πάρει το λόγο στην τάξη.

πεθαίνω
Πολλοί άνθρωποι πεθαίνουν στις ταινίες.

ακολουθεί
Ο σκύλος μου με ακολουθεί όταν τρέχω.
