Λεξιλόγιο
Ρωσικά – Ρήματα Άσκηση

κοιτώ
Κοιτάει μέσα από κιάλια.

τηλεφωνώ
Το κορίτσι τηλεφωνεί στη φίλη της.

προκαλώ
Ο καπνός προκάλεσε τον συναγερμό.

κοιμάμαι
Θέλουν επιτέλους να κοιμηθούν για μία νύχτα.

ταξινομώ
Του αρέσει να ταξινομεί τα γραμματόσημά του.

ενδυναμώνω
Η γυμναστική ενδυναμώνει τους μύες.

φοβάμαι
Το παιδί φοβάται στο σκοτάδι.

ξεκινώ
Όταν άλλαξε το φως, τα αυτοκίνητα ξεκίνησαν.

χτυπώ
Το τρένο χτύπησε το αυτοκίνητο.

βλέπω
Μπορώ να βλέπω όλα καθαρά με τα νέα μου γυαλιά.

κοιτώ
Μπορούσα να κοιτάξω την παραλία από το παράθυρο.
