Λεξιλόγιο
Βιετναμεζικά – Ρήματα Άσκηση

εμπορεύομαι
Οι άνθρωποι εμπορεύονται μεταχειρισμένα έπιπλα.

τολμώ
Τόλμησαν να πηδήξουν από το αεροπλάνο.

αναχωρώ
Το τρένο αναχωρεί.

περνάω
Το τρένο περνά από δίπλα μας.

καλύπτω
Έχει καλύψει το ψωμί με τυρί.

αποβάλλω
Ο ταύρος έχει αποβάλει τον άνθρωπο.

πηδώ γύρω
Το παιδί πηδάει χαρούμενα γύρω.

σκοτώνω
Το φίδι σκότωσε το ποντίκι.

κρατώ
Κράτα πάντα την ψυχραιμία σου σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης.

παραδίδω
Παραδίδει πίτσες στα σπίτια.

επισκευάζω
Ήθελε να επισκευάσει το καλώδιο.
