Λεξιλόγιο
Μάθετε Ρήματα – Τουρκικά

yakmak
Paranı yakmamalısın.
καίω
Δεν πρέπει να καίς χρήματα.

kiraya vermek
Evinin kiraya veriyor.
εκμισθώνω
Εκμισθώνει το σπίτι του.

parçalamak
Oğlumuz her şeyi parçalıyor!
ξηλώνω
Ο γιος μας ξηλώνει τα πάντα!

okumak
Gözlüksüz okuyamam.
διαβάζω
Δεν μπορώ να διαβάσω χωρίς γυαλιά.

almak
Ev almak istiyorlar.
αγοράζω
Θέλουν να αγοράσουν ένα σπίτι.

ayakta kalmak
Artık kendi başına ayakta kalamıyor.
σηκώνομαι
Δεν μπορεί πλέον να σηκωθεί μόνη της.

içeri almak
Asla yabancıları içeri almamalısınız.
αφήνω μέσα
Δεν πρέπει ποτέ να αφήνεις ξένους μέσα.

yenilmek
Daha zayıf köpek dövüşte yenilir.
ηττάμαι
Ο πιο αδύναμος σκύλος ηττάται στον αγώνα.

servis yapmak
Şef bugün bize kendisi servis yapıyor.
σερβίρω
Ο σεφ μας σερβίρει προσωπικά σήμερα.

duymak
Seni duyamıyorum!
ακούω
Δεν μπορώ να σε ακούσω!

arkadaş olmak
İkisi arkadaş oldular.
γίνομαι φίλοι
Οι δύο έχουν γίνει φίλοι.
