Лексика
Выучите прилагательные – испанский

άδειος
η άδεια οθόνη
vazio
a tela vazia

λεπτός
η λεπτή αμμουδιά
fino
a praia de areia fina

ρητός
ένα ρητό απαγορευτικό
explícito
uma proibição explícita

νέος
τα νέα πυροτεχνήματα
novo
o fogo-de-artifício novo

απόλυτος
απόλυτη ποσότητα ποτού
absoluto
potabilidade absoluta

ευαγγελικός
ο ευαγγελικός ιερέας
protestante
o padre protestante

δημοφιλής
ένα δημοφιλές συναυλία
popular
um concerto popular

αργά
η αργή δουλειά
tarde
o trabalho tardio

μεθυσμένος
ο μεθυσμένος άντρας
bêbado
o homem bêbado

καφέ
ένα καφέ ξύλινο τοίχο
castanho
uma parede de madeira castanha

απαραίτητος
η απαραίτητη φακός
necessário
a lanterna necessária
